Τετάρτη 3 Αυγούστου 2011

Ποίηση Κική Δημουλά

Δυσπνέεις. Κατανοητό.
Πνιγηρή του καθενός μας ή δύση. 
Κάνε δμως κάτι., σκαρφάλωσε
η
χτύπα συνθηματικά τον τοίχο 
του διπλανού τρόμου
ή
έστω θυμήσου λίγο παράθυρο
άσε κουφωτό ένα λάθος
να μπαίνει ελάχιστος άνθρωπος
ίσα να φέγγει να διακρίνεις
να μη χτυπάς επάνω στις κόγχες
της επίγνωσης.

Περιττό περιττό,
πότε τό λίγο φως πού μπαίνει
από έναν κουφωτό άνθρωπο
κατανόησε τό ορθάνοιχτο;
απαντάς κι αφήνοντας πίσω τό νόημα
βρόντηξες μέ πάταγο τό περιττό
ξεχνώντας πώς του οφείλεσαι
αποκλειστικά

εκείνο έπεισε
την ξεροκέφαλη ανυπαρξία
νά επιτρέψει τήν ύπαρξη


μόνον αύτη θά σέ κάνει, διάσημη
της είπε
αλλιώς θά παραμείνεις στην αφάνεια
μια άβλαβης εσαεί ανυπαρξία

κι εκείνο σέ μετέφερε
από την εκεί σου έρημο στην εδώ
καβάλα στό πειθήνιο αναγκαίο
— ταλαίπωρο νά γονατίζει 
πιο εξαντλημένο κι απ' την υπομονή.
Άλλά του περιττού ό βούρδουλας πέφτει ζωογόνος.

Το ξεχνάς
σά νά μή σέ δίδαξε ή τόση αντίφαση 
δτι χωρίς τό περιττό
στιγμή δέ ζει τό απαραίτητο.

Σύμφωνοι, περιττός ό άνθρωπος
όμως γιά κάποιο λόγο αιώνια δές
τί απαραίτητος του είναι
του θανάτου.

Περιττός θάνατος
δέν είναι και ό έρωτας;
Ναί, άλλά του είναι απαραίτητο νά ζήσει
την αναγκαία αθανασία του ονείρου.

TO ΕΛΑΒΕΣ;


Σου ταχυδρόμησα ένα βότσαλο χτες.
Στην άμπωτη τό βρήκα
τη σαρκοφάγο κάθε πλημμυρίδας.
Όλόιδιο μέ πετρωμένο πρόσωπο λυγμού
απροσδιορίστου ηλικίας
άγνωστο πότε εισχώρησε στο στέρνο μας 
αυτό τό θορυβώδες φέρσιμο των δακρύων 
ούτε ξεκαθάρισε ποτέ
άν ό λυγμός είναι προϊόν των γεγονότων 
γιά ή κανονική ανάσα των ονείρων.
"Ιδιο μέ πρόσωπο λυγμού. 
Στενότερος του δέοντος 
ό δρόμος του μετώπου 
λίγο φουρνέλο στα ζυγωματικά
τό στόμα λιωμένο
είθε από τ ασίγαστα φιλιά 
πού του 'δινε τό κύμα.
"Αθικτες οί κόγχες των ματιών.
Ή μία μισάνοιχτη φρικιώσα
να περιγράφει τον διαρρήκτη
ή άλλη κούφια ορθάνοιχτη
νά τον καθιερώνει.


Μόλις τό λάβεις



εσύ πού ξέρεις νά πεταλώνεις χρώματα

και νά δαμάζεις ποιάν απόχρωση

παίρνει τό ακατόρθωτο δταν αφηνιάζει

ζωγράφισε μου σέ παρακαλώ

αυτές τις άδειες κόγχες

μέ χρώμα βαρύ σιδερένιο κλειστό

διπλαμπαρωμένο

νά μοιάζουνε απόρθητες



στη μία νά φυλάσσονται τ' αμέτρητα 
 τ' αμύθητα στην άλλη



νά ξεγελιέμαι νά μη βλέπω



νά χάσκουν τόσο αδειανά 
 λεηλατημένα

αυτά τά θησαυροφυλάκια δσων είδαν
και τί δεν είδανε τά μάτια μας.


Κική Δημουλά  από την ποιητική συλλογή Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως εκδόσεις Ίκαρος 2008

Δεν υπάρχουν σχόλια: