Φόρεσα το κόσμημα της σιωπής και γέμισα τις σκέψεις μου με το τίποτα.
Η αγάπη θέλει ψυχή και μια θάλασσα που να τη σχίζει ο έρωτας.
Μια σπασμένη βάρκα με φθαρμένα ξύλα η συνήθεια.
Λένε πώς αν ανάψει μια φωτιά τη σβήνει το άγγιγμα.
Φυλαγμένη η θέληση σε ανήμπορα βήματα του εγώ.
Μήπως δεν μάθαμε να αγαπούμε;
Ένα πέλαγος ανάσες έχουν αποδράσει από τη σάρκα.
Ξεμπλέκω τα αστέρια από τον ουρανό να βρω το φεγγάρι.
Δίχως τον ήλιο κοιμάται η πανσέληνος.
Ποιο φως παραμένει, όταν εσύ θα φύγεις;
Γέμισε ο δρόμος με φράγματα και αρνήσεις.
Στροβιλίζονται τα κύματα σε εύθραυστες σχέσεις.
Η ολοκλήρωση θέλει έκφραση και ταξίδια εσωτερικής σταθερότητας.
Σκέπασα με τη φορεσιά μου το «σ’ αγαπώ» και με το βλέμμα μου τα μάτια σου.
Αφέγγαρη η στιγμή, μα την αγγίζω σε αυτό το ποίημα.
Γέμισε με βάρκες η θάλασσα… τις παρακολουθώ που φεύγουν και έρχονται.
Κάθισα σ’ ένα βράχο… τραγουδώντας με το κύμα, τον ήχο της σιωπής.
Κυριακή Δράκου
ΚΥΔΡΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου