Θα ξεχειμωνιάσουμε άραγε φέτος ;
Θα ανθίσουν άραγε τα λουλούδια στα χέρια των νεκρών;
Γύρνα και το άλλο μάγουλο σιωπή!
Ο τοίχος έγινε φωλιά για τα πουλιά
και μια πληγή η θύμηση.
Σε πλησιάζω και κάθομαι δίπλα σου
σε ξεκουφαίνω με το θόρυβο της καρδιάς μου .
Με κοιτάς όπως κοιτούν οι νεκροί τους ποιητές,
κατευθείαν στα μάτια!
Δεν με αφήνεις να κλείσω τα βλέφαρα μου ούτε στιγμή
Φοβάσαι πως θα χάσεις τον δρόμο της επιστροφής.
Θα ξεχειμωνιάσουμε άραγε φέτος ;με ρωτάς και περιμένεις απάντηση
Ο αέρας περνάει απ’ τα σπασμένα παράθυρα
και η θάλασσα φτιάχνει χάρτινα καραβάκια
που τα βουλιάζεις με τις αρβύλες σου.
Θα ξεχειμωνιάσουμε άραγε φέτος; με ρωτάς πιο δυνατά
Δεν είμαι γενναία για να σου απαντήσω
Διάλεξε έναν επίλογο σαν να τραβάς λαχείο.
Του χρόνου τέτοιο καιρό θα έχουμε μπαλώσει τον έρωτα
με κομμάτια από σάρκες και όνειρα .
Θα ξεχειμωνιάσουμε άραγε φέτος ; με ρωτάς αγριεμένος
Ράβω την σιωπή μου με μαύρη χοντρή κλωστή. Αδιαφορώ για την αγωνία σου!
Ήρθαν το πρωί οι άγγελοι και άφησαν ένα μωρό στην πόρτα μας, σου απαντάω
Και τι θα κάνουμε το μωρό ;με ρωτάς με απορία .
Πως θα ξεχειμωνιάσουμε φέτος;
Το μωρό είχε δύο φίδια στα χέρια του, σου απαντάω
Και από ένα μπουκάλι γάλα βύζαιναν και οι τρεις
Ίσως δώσουν και σε μας μια στάλα Άνοιξη.
Σταμάτησες να με ρωτάς
και άρχισες να καταριέσαι την θύελλα
και να τινάζεις τα χιονισμένα βουνά με τα χέρια σου.
Κάθε τόσο με κοιτούσες απορημένος να καταλάβεις
αν σου έλεγα αλήθεια.
Και αν δεν φτάσει; Με ρώτησες κάποια στιγμή.
Έξω είχε χαράξει πλέον.
Θα φτάσει για όλους σου αποκρίθηκα ,κοιμήσου!
Άρχισες να ροχαλίζεις σιγανά σαν τα σκυλιά δίπλα στην φωτιά.
Σε σκέπασα με την χοντρή μάλλινη κουβέρτα μου.
Το πρωί με βρήκες παγωμένη δίπλα στο σβηστό τζάκι .
Θα ξεχειμωνιάσουμε άραγε φέτος; με ρώτησες .
Αλλά δεν πήρες ποτέ απάντηση!
Νότα Μαντά

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου