Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη
«Όσο ο άνθρωπος βάζει το «εγώ» πάνω από το
εμείς, όσο οι άνθρωποι αποτελούν απλά πιόνια σε μια οικονομική σκακιέρα ισχυρών
η ιστορία θα επαναλαμβάνεται και τα προβλήματα των ανθρώπων θα διαιωνίζονται»
Όσο διάβαζα το νέο βιβλίο της Χρύσας
Μαστοροδήμου άκουγα τον δίσκο του Γιάννη Μαρκόπουλου «Μετανάστες». Ξανά και
ξανά και όχι τυχαία. Κάθε σπίτι έχει ένα ξεριζωμένο, ή από την Μικρασιατική
καταστροφή, ή από την εποχή της δεκαετίας του ’60 ή τώρα, την εποχή των μνημονίων.
Η συγγραφέας ως παιδί μεταναστών έδωσε αριστοτεχνικά όλα αυτά τα συναισθήματα
στους ήρωες της. Το βιβλίο θα συγκινήσει τον κάθε αναγνώστη. Είναι μια ιστορία
γεμάτη από μνήμες. Όπως όμορφα γράφει: «Οι μνήμες ήταν κι αυτές πουλιά που
πετούσαν από πάνω της κοροϊδεύοντας και τη γύρισαν πίσω, πολύ πίσω, στο μακρινό
παρελθόν των παιδικών και εφηβικών της χρόνων ….»
Με γλώσσα απλή αλλά έντονα συναισθηματική, μ’
ένα λόγο που ρέει, με εικόνες της ελληνικής επαρχίας που οι περισσότεροι
προλάβαμε και ζήσαμε, η συγγραφέας σκιαγραφεί την ηρωίδα της την Κατερίνα, τόσο
ζωντανή και συμπαθητική. Σαν να την έχουμε δίπλα μας, ν’ ακούμε την ανάσα της
και να μας διηγείται τη ζωή της οικογένειας της σαν παραμύθι. Μόνο που δεν
είναι παραμύθι αλλά η τραγική αναδρομή μέσα από τα ιστορικά γεγονότα που έζησε
η ίδια και ο λαός μας σ’ ένα μικρό χωριό της επαρχίας πριν τον Β΄ Παγκόσμιο
πόλεμο. Μέσα από τις τριακόσιες περίπου σελίδες του βιβλίου, ξεδιπλώνονται
παραστατικά όλα αυτά που έζησε. Τότε που ο φόβος απλωνόταν πάνω από τα χωριά.
Τότε που η γυναίκα έμενε αμόρφωτη αφού τότε τα κορίτσια δεν χρειάζονταν το
σχολείο. Τότε που τα κορίτσια δεν διάλεγαν τους άντρες που θα πάρουν αφού αυτά
τα κανόνιζαν οι πατεράδες. Αλλά ούτε και τα αγόρια μπορούσαν να παρακούσουν
αφού οι γονείς τα επέβαλλαν να παντρευτούν γυναίκες που έχουν περιουσία. Τότε
που ο έρωτας δεν ήταν για τους φτωχούς. Έτσι και η Κατερίνα πήρε υποχρεωτικά
τον Μανώλη. Η φτώχεια τους οδήγησε στη ξενιτιά για να δουλέψουν στις φάμπρικες.
Πρώτα έφυγε ο Μανώλης που δεν άντεχε να είναι κτηνοτρόφος αλλά ήθελε να
ξεφύγει. Ακολούθησε η Κατερίνα που άφησε χωρίς να θέλει το μωρό της στη μάνα
της. «Μιλώ για τα παιδιά μου και ιδρώνω έχω ένα χρόνο να τα δω και λιώνω. Μου
γράφει η γιαγιά τους πως ρωτάνε τα τρένα που 'ναι στο σταθμό που πάνε» έγραψε ο
Γιώργος Σκούρτης
Πόσο δυνατοί είναι αυτοί στίχοι και πόσο κοντά
μ’ έφεραν σε κάθε μάνα που βίωσε αυτό το δράμα του χωρισμού. Το ίδιο ένιωσα
όταν επέστρεψε η Κατερίνα από τη Γερμανία. Που ο Μίλτος της δεν τη
γνώριζε. Πληρώνεται όλο αυτό το μαρτύριο με όλα τα λεφτά του κόσμου;
Ξεριζωμένη και η μάνα της η Μάγδα από τη
Σμύρνη. Οι μνήμες της έγιναν δάκρυα. Από νοικοκυραίοι έγιναν τουρκόσποροι,
παρείσακτοι βαρίδια. Δεν τους ήθελε τότε κανείς ντόπιος. Τους είδαν σαν άρπαγες
των λιγοστών εργασιών που υπήρχαν τότε. Των μεροκάματων που ελαχιστοποιήθηκαν
επειδή ήρθαν φτηνά εργατικά χέρια. Έτσι τους είδαν και οι Γερμανοί το 60 τους
ταλαιπωρημένους Έλληνες. Που νόμιζαν μάταια ότι θα γίνουν όλοι τους από
βάτραχοι θα γίνουν πρίγκιπες.. Οι πολιτικοί υπέγραψαν την Ελληνογερμανική
σύμβαση και άδειασαν την Ελληνική περιφέρεια. Υπέγραψαν να διαγραφεί το χρέος
της Γερμανίας και να στείλουν φτηνά εργατικά χέρια για να την ορθοποδήσουν. «Να
δουλεύουμε γι αυτούς που βασάνισαν τόσο κόσμο και σκότωσαν τόσους ανθρώπους
μας». Στις συγκλονιστικές της περιγραφές δάκρυσα. Πώς να μην εξοργιστείς όταν η
συγγραφέας περιγράφει τις εξονυχιστικές εξετάσεις που οι Γερμανοί τους
υποχρέωναν πριν τους στείλουν στα εργοστάσια τους. Μου θύμισαν τα στρατόπεδα
συγκέντρωσης. «Ένας αριθμός τρένου ήταν η ζωή της, οι ζωές τους, οι μέρες , οι
νύκτες, τα δάκρυα, οι αναπνοές τους. Αριθμός εισιτηρίου, αριθμός τρένου,
αριθμός κάρτας, αριθμός «τεμαχίου». Και ήρθε η μετανάστευση των νέων σύγχρονων
«τεμαχίων», που ξεκίνησε από το 2010 και μετά. Τότε που παχιές αγελάδες
σταμάτησαν να δίνουν γάλα, που το χρηματιστήριο έδειξε τα δόντια του, που ο
υπερκαταναλωτισμός και οι Ολυμπιακοί αγώνες άφησαν τα απόνερα τους. Που άρχισαν
οι αυτοκτονίες και η Κατερίνα εξοργιζόταν στο άκουσμα τους. Οι δυο γιοι τους,
επιστήμονες μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους έγιναν τα νέα «τεμάχια». Η
κάθε Κατερίνα, η κάθε μάνα που έζησε μετανάστρια, που δούλεψε σκληρά για τους
Γερμανούς, όλοι οι Έλληνες γονείς αγωνίστηκαν και σπούδασαν τα παιδιά τους για
να προοδεύσουν στη χώρα τους. Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο ένιωσα την κραυγή της
συγγραφέως μέσα από την ηρωίδα της. Σαν να μας χτυπά το καμπανάκι και να μας
λέει μέχρι εδώ. Μέχρι πότε θ’ αφήνουμε τη χώρα μας ερειπωμένη για να φτιάχνουμε
παντοδύναμες όλες τις άλλες χώρες;. Δεν κουράστηκε η Ελλάδα να διώχνει τους
ανθρώπους της;
«Ίσως τελικά η Ελληνογερμανική συμβίωση να είναι
αιώνια». Καλοτάξιδο να είναι Χρύσα Μαστοροδήμου! Ας ευχηθώ οι αναγνώστες να
απολαύσουν το αναγνωστικό συγκινητικό ταξίδι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου