Κάθε ξημέρωμα,
ράβει τα κουμπιά του.
Τη νύχτα ξηλώνονται.
Οι τσέπες του γεμάτες
απ' τα ασήμαντα.
Για τα μεγάλα,
δεν του περισσεύει κλωστή.
***********
Γράμματα γυμνά
μπροστά στην κόψη του μολυβιού!
Τα λόγια που γράφονται φοβάμαι.
Για να γραφτούν
ΣΒΗΝΟΥΝ
*************
ένα μισό
ψάχντοντας το άλλο του μισό
σκοντάφτει στον καθρέφτη.
****************
Τα σπίτια τα ντυμένα γιορτινά
να τ'αποφεύγεις.
Όταν τελειώνει ο χορός
οι πόρτες ανοίγουν προς τα έξω.
Βγαίνει η ανάσα του σπιτιού.
********************
Οι μέρες έχουν πάντα
μια τρύπα στη μέση
πιο πάνω
ή πιο κάτω
είναι κλειστές
********
Μνήμες
Η φωνή του κολλημένη στον ουρανίσκο
τσίχλα πολυμασημένη
έχασε τη γλύκα της.
Τα γάντια του, φοράνε τα δάχτυλά του,
ανάποδα.
Στο καπέλο του πλεγμένες
λογής - λογής, οι μνήμες.
Κάθε που φυσάει μοναξιά, επιστρέφουν.
Ξηλωμένες.
Βαστάει την ομπρέλα της βεβαιότητας
και κάθε που φυσάει το άγνωστο
τα χαμόγελα μετράει
που περάσανε από τις φωτογραφίες του
Όταν όλα τον διώχνουν,
γυρεύει στα παλιά του τα παπούτσια
τα γραμμένα του.
Οι δρόμοι τον καλούν
με διαφορετική φωνή ο καθένας.
Δεν ξέρει προς τα που να βαδίσει.
Υπνοβατούνε οι άνθρωποι.
Μονάχοι.
Έτσι κι αλλιώς
ο ύπνος δε μοιράζεται.
Μα, δε δοκίμασαν ποτέ
να μοιραστούν
ούτε τα όνειρα τους.
Σκιές
Φοβάμαι τα φύλλα πουπέφτουν
τρέμω, μη φανεί ουρανός.
Μην περισσέψει το φως
και μικραίνουν οι νύχτες.
Χέρι δε με κρατάει κανένα.
Κλεμμένες ώρες οι ώρες μου
καμμιά δική μου.
Μπλέκονται στα μαλλιά μου
οι σκέψεις μου
κι αν χτενιστώ
ξηλώνεται της λογικής το υφάδι.
Κάθε πρωί καινούρια ντύνομαι.
Τα χτεσινά, τα σήμερα στενεύουν.
Κάποιες φορές
στρώνω τραπέζι στον καιρό
δίχως ψωμί
κρασί μονάχα.
Μήπως και στο μεθύσι του
πάψει τη βροχή μου να ζητάει
Άλλοτε πάλι
στις άκρες των μεσημεριών
τα δειλινά προσμένω
που τις σκιές σηκώνουν.
Γιατί πάντα
πίσω μου και μπροστά μου
δεν ήμουν εγώ.
Αυτή που περπατούσε, ήταν η σκιά μου.
Μόνο όταν γονάτιζα ήμουν εγώ.
Μόνο στην προσευχή, χανόταν η σκιά μου.
***************************
Απεταξάμην
Σου φόρεσαν στο λαιμό ένα σταυρό.
Σημάδι βάφτισης.
Το όνομα που σου δώσανε,
ακόμα βαραίνει τους ώμους σου.
"Μη γυρέψεις αγκαλιά" σ' ορμήνεψαν, ΄
"όλες έχουν ημερομηνία λήξης"
"Όχι στα σύννεφα στη γη να περπατάς."
"Τα πετάγματα πονάνε"
Και συ βρεγμένος ως το κόκκαλο
από την πολλή πραγματικότητα,
φώναξες στο παραμύθι:
ΑΠΕΤΑΞΑΜΗΝ!
Σου τραγούδησαν νανουρίσματα
για έναν ύπνο που παίρνει τα παιδιά
και τα φέρνει μεγάλους.
Ξύπνησες λοιπόν ένα πρωί, μεγάλος.
Όλοι οι δρόμοι στην παλάμη σου
χαραγμένοι από πριν
και συ, δίχως να πολεμήσεις
για το δικό σου ήλιο,
φώναξες στο παιδί το μέσα σου:
ΑΠΕΤΑΞΑΜΗΝ!
Τώρα, καθισμένος στην εσοχή
του μαύρου βράχου με τις πεταλίδες
μετράς τα κύματα χρόνια που πέρασαν
και τα βρίσκεις αδικαίωτα
Με όση δύναμη σου έχει απομείνει
φωνάζεις:
ΣΥΝΕΤΑΞΑΜΗΝ!
Δεν ακούγεται τσιμουδιά!
Ζωή χαμηλοτάβανη
Βρεθήκαμε εδώ,
για να γονατίσουμε και να προσευχηθούμε.
Για όσα δεν μας έμαθε κανείς.
Για όσα νομίζαμε πως ξέραμε.
Για τους ρόλους που θα υποδυόμασταν
παρασυρεμένοι από ένα ζευγάρι μάτια
Για τις κουβέντες που θα αποστηθίζαμε
τις ώρες που δε θα πατούσαμε στο χώμα.
Αλλά
ανάμεσα σε δύο κόσμους που μένουν ίδιοι
κι ανήμποροι να σηκώσουν το βάρος της ένωσης
αποδεχτήκαμε να ζούμε χωριστά,
ρίχνοντας που και πού κλεφτές ματιές
στο μέλλον που αφήσαμε.
Κι είναι η ζωή τόσο χαμηλοτάβανη
Πώς να χωρέσει τόσους ανθρώπους όρθιους;
Πόσο μάλλον ενωμένους.
Που θα πεί, ψηλότερα.
Εύθραυστον
Πέτρες, η μία δίπλα στην άλλη
των ξεριζωμένων ανθρώπων οι ζωές.
Κι ανάμεσα τους ο πηλός.
ένα γαλανό κομμάτι ουρανό γυρεύουν
Μακριά από πολεμίστρες
και χτιστά παράθυρα,
ένα κατάρτι
να του κρεμάσουν το πανί
εκείνο με τις προσευχές.
"Ο κόσμος είναι όμορφος
αν τον κοιτάξεις από ψηλά".
Δε φαίνονται οι χαρτοκούτες.
Πόσο μάλλον το "ΕΥΘΡΑΥΣΤΟΝ"
της ψυχής που αναζητά
ένα τόπο να ριζώσει.
******************
Τα κόκκινα παπούτσια
Αρνήθηκες τα χρώματα.
Συμφιλιώθηκες με το άσπρο και το μαύρο.
Χώρεσες όλα τα όνεριά σου
σε έναν ύπνο.
Πλασμένος από ένα υλικό που δεν ξέρεις,
σκαρφαλώνεις στην ψευδαίσθση
και το μόνο που μένει είναι
εκείνα τα κόκκινα παπούτσια
δίπλα στο ποτάμι.
Ένα βήμα πριν ή μετά
το μεγάλο ποίημα.
Πόση ζωή ξοδεύουν οι άνθρωποι
για να πεθάνουν!
Σύντομο βιογραφικό
Η Λίνα Σπεντζάρη έχει βραβευτεί σε πανελλήνιους διαγωνισμούς. Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Τα ποιήματα είναι από ανέκδοτη ποιητική της συλλογή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου