Σάββατο 17 Μαΐου 2025

2 ποιήματα Αλεξανδρή Γιώργου

ΑΝΥΠΟΤΑΧΤΕΣ  ΜΝΗΜΕΣ

Σώπαινες.
Ικετευτικά.Λεύτερη και ολοκληρωμένη.
Και τι τάχα να ’ λεγες για της ζωής τη μαγεία;
Πως είναι τα όνειρα φυγή
κι οι πεθυμιές μια δίκη;
Έτσι κι αλλιώς οι αναμνήσεις σου,
γύρισμα είναι κι αγύρτισσα ηχώ.

Αφουγκραζόσουν.
Ανεπίληπτα. Τον πειρασμό και τον πόθο.
Και πώς να μετανιώσεις για το λυτρωμό;
Ψεγάδι η φρόνηση του νου
και γδικιωμός η ελπίδα.
Ακόμα και το σύναγμα των καιρών,
πέρασμα είναι και ορμήνια.

Ομολογούσες.
Απειθάρχητα.Τις απειλές και την απώλεια.
Και πώς να δεχτείς την παραίτηση υποταγή;
Δέηση της στέρησης η οδύνη
και η συμμόρφωση έλεος και ευχή.
Αφού είναι οι αλήθειες σου απόκρυφες σπονδές,
ταξίδεμα ανάπλωρο κι απάγκιο.

Ξαφνιαζόμουν.
Απολογητικά. Για τους ύμνους και τους όρκους.
Και πώς την παραφορά,χαρά να μη λογιάσω;
Νάμα και χάρη η ζωή,
κι ο έρωτάς σου, έμπνευση και θαύμα.
Γιατί στον πανικό της αιωνιότητας,
στέργουν ανυπόταχτες μνήμες.

          ΜΕ  ΤΟΝ  ΗΛΙΟ

Απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο,
η άνοιξη μου γνέφει και μου χαμογελά
και στέλνει στο περβάζι μου
με δυο μικρά πουλιά,
απόκοσμο κελάηδημα, ουράνια χαρά.

Στον απέναντι το φράχτη ο ήλιος
σγουρόμαλλο μικρό τρελό παιδί
έπαιζε με την τριανταφυλλιά.
Βάφτηκε με μύρια χρώματα,
μέθυσε με τ’ αρώματα
και ξεχάστηκε στη φυλλωσιά.

Κατηφόριζε ανέμελο αγέρι
βάρκα με κουπιά κλαδιά
και με φύλλα για πανιά.
Σκάλωσε κι αυτό στην τριανταφυλλιά,
του ’κλεισε το μάτι κι ο ήλιος πονηρά
κι έμεινε κι ανέμιζε στα ξέπλεκα μαλλιά.

Ξετρελάθηκαν απ’ τα ψηλά,
δυο μικρά  χελιδονάκια
με το γλυκό το κρυφομιλητό,
με το φως και με το θάμα
κι άφησαν το τρελό κυνηγητό
κι έσμιξαν με τ’ άλλα δυο
στης τριανταφυλλιάς τα κλώνια.

Απ’ την πάνω γειτονιά φωνές,
ανάσες ψίθυροι παλλικαριές.
Απειλούσαν τ’ αγόρια με βρισιές
και κοκκίνιζαν ξεπεταρούδια κοπελιές.
Έψαχναν στις πλεξούδες του ήλιου τις ξανθές
λαχτάρες και πρωτόφαντες χαρές.

Και κατέβηκα να δώσω χέρι,
να σκαρφαλώσει ο ήλιος πιο ψηλά.
Θεέ μου τι μάγια ήταν όλα αυτά;
Στου τριαντάφυλλου τα φύλλα
φεγγοβολούσε η δική σου η ματιά
κι όλα άρπαξαν φωτιά.

Και  ανέβηκε ο ήλιος την πρώτη του οργιά,
ξέφυγε τ’ αγέρι στην πίσω τη βραγιά
σπάθισαν και τα χελιδόνια ακόμη πιο ψηλά
και μείναμε μόνοι στην τριανταφυλλιά,
θεέ μου τι χαρά!

                   Γιώργος  Αλεξανδρής                

Δεν υπάρχουν σχόλια: