Στις απρόσωπες και χειραγωγημένες κοινωνίες,
συντεταγμένες στην αυταπάτη και τον εφησυχασμό,
όταν η αθωότητά τους γίνεται πανικός
και η προνοητικότητα δοξασία και ευχή,
περισσεύει η αλαζονεία της ειδημοσύνης
και η υποκρισία του αλτρουισμού της ευθύνης.
Στα χαλκεία τους, μέντορες και ταγοί,
σφυρηλατούν με τέχνη και πειθώ
την ιστορία ως νοσταλγική πρόνοια και διδαχή
και σε διάσταση εσχατολογικής προφητείας,
αυθεντικά δικάζουν και σωτήρια υποδεικνύουν
την αυτοκριτική, για το θέσπισμα της εποχής
όπου η συναυτουργία και η συνενοχή
είναι δικαίωμα, πρακτική, ήθος και αξία.
Όμως, ο ιστός των εσπέριων καιρών έχει διαρραγεί,
η αγύρτισσα καθημερινότητα, χωρίς πνεύμα και ψυχή,
αποκαθηλώνεται απ’ το ναρκισσισμό της
και παραδίδεται ασυνάρτητη κι ανυπεράσπιστη
στην άβυσσο μιας ανυπόφορης αλήθειας,
ευτύχημα της απειλής και φόβος της προσδοκίας.
Μουσειακοί κι αλλότριοι, πολίτες σε ομηρία,
που ύψωναν ανάστημα μέχρι τις επικλήσεις,
για ν’ αριθμούν τις μέρες τους διάδοχες και ίδιες
χωρίς τη βάσανο του νου, της χίμαιρας το άλγος,
εχέφρονες τώρα στοχαστές, τελούν εν επιγνώσει
πως η ζωή δεν είναι συμβιβασμός κι ευπείθεια,
παρά ομόθυμη ανατροπή ως και την ουτοπία,
πολιτισμού συνείδηση προοπτική και δημιουργία.
Ζηλόφθονο κι εκδικητικό το αντρικό το γένος,
την έσμπρωξε μες στην αχλή της φήμης και του μύθου,
ευάλωτη κι ανήμπορη να παγιδευτεί
στο κενό της αυταρέσκειας και της ματαιοδοξίας.
Υστερόβουλα, την προστάτεψε στ’ ανάκτορο κυρά,
που μάθαινε την αρετή στην υπακοή,
στη σιωπή το σέβας και το πρέπον
και γυναίκα την υπερασπίστηκε,
στα στήθια της, τ’ αυθαίρετα όνειρά του να χαϊδέψει
και στο κορμί της να λειάνει
τις μύχιες πεθυμιές της κτημοσύνης.
Μα εκείνη αρχέγονη μήτρα αξιών,
αυτόχθονη και πρέσβειρα των καιρών,
στάθηκε έξω από το δεσποτισμό,
αμφισβήτησε τη βία της τάξης και του μοιραίου
και αυτομόλησε στη θελκτική τυραννία του αυτοσεβασμού,
λυτρώνοντας το πνεύμα της σε αλήθεια και ελευθερία.
Μαντήλι κόκκινο ανέμισε η Ελένη την ψυχή της,
σαν αίρεση και σαν φυγή, σαν προτροπή και βιάση,
δίχως προσχήματα, χωρίς συνωμοσίες,
λεύτερη, αυτόνομη, δική της και δική τους,
λεμονανθοί οι θάλασσες κι υμέναιοι οι ανέμοι,
ένα λιμάνι όλη η γη, μια πόλη η οικουμένη
και οι καιροσκόποι πίσω της,
σκληρές γενιές των κάστρων,
σφυρηλατούσαν προδοσίες και αφορμές,
και αποφάσιζαν την παρακμή του κόσμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου