ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΑΣΜΑ
Ύπνος κουρασμένων υπαλλήλων
Το ξύπνημα σκληρό σαν πέτρα
Ρίχνουν λίγο νερό στο πρόσωπο
Ξεκινάνε για το ανεκπλήρωτο
Στον δρόμο μια καλημέρα οχιάς
Στη δουλειά δίπλα στο
παράθυρο
Κοιτούν το βάθος του ορίζοντα
Παραγγέλνουν καφέ με βότσαλα
Ρουφάν τη θάλασσα με καλαμάκι
Στρίβουν τσιγάρα παραισθήσεων
Το μέλλον συνωμοτεί με το παρόν
Ανεβάζουν τη θλίψη στο
γραφείο
Τη σκορπίζουν στο
πληκτρολόγιο
Γεμάτη μαύρα στίγματα η οθόνη
Στοίβες χαρτιών, βαθιές
ρυτίδες.
Βράδυ κουρασμένων υπαλλήλων
Ανοιξιάτικα όνειρα εκ
παραδρομής
Περνούν ασυνόδευτα απ’ το
κρεβάτι
Πηγαίνουν στη σάλα και
ξεψυχάνε.
ΧΩΡΙΣ ΕΜΑΣ
Και χωρίς εμάς, τίποτα δε θ’
αλλάξει:
Οι ερωτευμένοι σε δίχτυ
ανασφάλειας
Τα γήπεδα εκτροφεία εγκλωβισμένων
Οι καλόγεροι ελπιδοφόροι
αιωνιότητας
Τα αμπέλια προάγγελοι καλού
κρασιού
Οι δρόμοι με αναθυμιάσεις
βενζίνης
Τα πλοία σε εναγκαλισμό με τον
βυθό
Η αλήθεια στην εντατική για
αιώνες
Ο τζίτζικας συνέταιρος του
καλοκαιριού
Τα δέντρα στην ευχέρεια των
ανέμων
Η μοναξιά πάντα τυφλή κι ασυνόδευτη
Ο πόνος χωρίς πολλές διακυμάνσεις
Τα νομίσματα σε διαρκή
υποτίμηση
Η Σαντορίνη πάνω στον ίδιο
γκρεμό
Το ψεύδος στα δόντια των
ισχυρών
Η ελευθερία σε καταστολή
διαρκείας
Η θλίψη γυμνή με ξενυχτισμένα
μάτια
Ο Αύγουστος σε βαλίτσα
διακοπών
Η Ποίηση ανεπίδεκτη κάθε
ορισμού
Τα ρολόγια με αργούς λεπτοδείχτες
Οι ζωγράφοι έρμαια των
χρωμάτων
Τα αγάλματα παράφραση του
σκότους
Η Τροία μια παλιά πονεμένη
ιστορία
Η γη με αδιάσπαστο κέλυφος σιωπής
Τα κυπαρίσσια συνομήλικα των
αιώνων
Το φεγγάρι του Άδη σε φέτες
κομμένο
Ο Θεός μια άλλη ανάγνωση του
φόβου
Η εφηβεία με περίσσευμα αμφισβήτησης
Ο θάνατος επαναληπτικός κι
αδιάκριτος.
Κι αλίμονο, μονάχα εμείς
αλλάζουμε.
Γκανέλης Γιώργος
από την τελευταία του ποιητική συλλογή Υπό το μηδέν Εκδόσεις Στοχαστής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου