Καταμεσήμερο Ιουλίου στο καθρέφτη.
Ρυτίδες θηριοδαμαστές της ομορφιάς.
Ο ύπνος μ' έφερε στη νύχτα.
Ήρθε η ώρα μίας απουσίας σαν την άπνοια του αυτοδύτη.
Ήρθε η ώρα με τα γόη ενός τηλεφώνου.
Μονάχα αναπάντητες σιωπές θλιμμένες, παραβιασμένες από τον ηλεκτρισμένο θρήνο.
Θα πάρω παραμάσχαλα δύο κιλά αρμύρας και και κάνα δυο ζωές.
Τα όνειρα μου, κλέβουν το υπόκωφο παράπονο της ύλης.
Σκοποί παρατημένοι από προοπτικές
και ο γαλαξίας στη ταράτσα να χορεύει το τανγκό ενός χαμού.
Μονάχα ένας τοίχος κρεμασμένος στα καρφιά του
και το νόημα που έκλεψε η απόδραση της μουσικής.
Σαν τον κατακλυσμό ξεχύθηκε απ' τα ηχεία και μούσκεψε το τίποτα.
Μαζί του στέγνωσε κάτω απ' το λιοπύρι των ματιών της.
Μια κόκκινη γραμμή, μια αρτηρία πάλλεται στο μπράτσο του ματαίου.
Ο ύπνος μ' έφερε στη νύχτα.
Στην άβυσσο ενός ανθρώπου δίχως τρύπια χέρια.
Μονάχα ένα σταυρό στη πλάτη κι ένα κίτρινο ποδήλατο.
Είμαι ένα παιδί που τραμπαλίζεται στο χάος.
Αυτές δεν είναι λέξεις, είναι μόνο χρώματα.
Είναι το ανείπωτο μιας ξεχασμένης διαλέκτου.
Είναι ο επικήδειος των μικροφώνων.
Σαν άμμοι σκορπισμένοι από το νοτιά του Μαρακές.
Σαν το χαμόγελο της που μαστίγωνε γλυκά την ξεγνοιασιά.
Χρόνια
Χρόνια συρματοπλέγματα.
Χρόνια σπιρτόξυλα καμμένα και τσιγάρο μια καρδιά μες της Βομβάη τον μουσώνα.
Η απόστροφος να αποστρέφεται τις απουσίες φωνηέντων.
Τυφλή από αγάπη στα κλαράκια μιας νεροποντής
τραγούδαγες σαν το σπουργίτι πως οι ηλιαχτίδες είναι οι βόστρυχοι του ήλιου
Σαν Μόνα Λίζα με τη μάσκαρα στα μάτια στον αφρό των φλας των Γιαπωνέζων τουριστών .
Κατάστικτη απ' τη βουή της αγοράς
η μελωδία με τις νότες των σκορπιών κέντρωνε τα αντίδοτα ηχεία.
Ο πόθος μίας βιβλικής ερήμου άχνιζε σάλπιγγες πόρνες έξω από της Νινευί τα τείχη
Όταν ξύπνησα ζωντανός με ονειρεύτηκε ο θάνατος.
Ένας ακόμα σουρεαλιστής , θα αποφανθούν ειδήμονες αέρηδες.
Κάθε απόγευμα σε κοιτάνε καθώς κλαις οι τριανταφυλλιές.
Μετράνε μέχρι το τριάντα και μετά πεθαίνουν.
Χρόνια λαγούμια από νάρκες σκορπισμένες.
Ώρα να σκαρφαλώσω στο αόρατο βουνό της θλίψης.
Στην ανθισμένη κορυφογραμμή του θα με απαγάγει το ουράνιο τόξο.
Τα λύτρα θα πληρώσεις σαρκοβόρα ποίηση.
Ο ήλιος κι η βροχή θα σε υφάνουν στο πανί της λήθης.
Απόψε είναι η νύχτα με τους δαίμονες.
Απόψε τα καθάρματα ριγούν στο νεκρικό τους ύπνο.
Οι αποσιωπήσεις ήταν νυχτερίδες , σκόνες υπερήχων στο λυκόφως.
Οι μανδαρίνοι των ονείρων έκαψαν του Μορφέα τα μετάξια.
Απόψε θα σε συναντήσω σ΄ ένα αναφιλητό.
Απόψε θα σε αγκαλιάσω στο βυθό μες την κουκέτα ενός βυθισμένου πλοίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου