Δημήτρης
Α. Δημητριάδης
Οι
δρόμοι της τέχνης
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι
την τέχνη την επέβαλαν οι προϋποθέσεις της εργασιακής αναγκαιότητας και
δραστηριότητας των ανθρώπων. Όσο αναπτύσσονται οι προϋποθέσεις αυτές, τόσο
γίνονται και πιο δυνατά, πιο σίγουρα τα φτερά ανύψωσης της τέχνης.
Η τέχνη ακολουθεί τον
άνθρωπο από τα πρώτα του βήματα. Τον διαμορφώνει και διαμορφώνεται, τον
αναπτύσσει κι αναπτύσσεται μαζί του. Σαν κυριότερο όργανο, σαν κυριότερο
μοχλός, σαν αντανάκλαση του κοινωνικού γίγνεσθαι, συνδέεται άμεσα με όλα τα
φαινόμενα της ιστορικής του πορείας.
Η γέννηση ενός έργου
τέχνης είναι πάντα ένα συνταρακτικό γεγονός για το δημιουργό του. Η προσωπική
περιπέτεια του ανθρώπου, οι συγκινησιακές του εμπειρίες, η πλούσια συγκομιδή
σκέψεων, η μοίρα και ο προορισμός του επάνω στη γη, η καθημερινή του πείρα, η
έμφυτη φύση του σε συνδυασμό με τα όνειρα, τη διαίσθηση και την ενόραση,
διαμορφώνουν μέσα του, στον απύθμενο κόσμο του ασυνείδητου, τον πύρινο πολτό
της καλλιτεχνικής του ύλης.
Ύστερα από μια μακρά περίοδο
επώασης, κυοφορίας και εσωτερικών αναμοχλεύσεων, βλέπει ξαφνικά να αναδύονται
στην επιφάνεια του νου του εικόνες αρχέτυπες, σχήματα αδιαμόρφωτα. Διυλίζοντας
εμπειρίες και οράματα, ανασύρει από τη γόνιμη, μυθοπλαστική μήτρα της φαντασίας
του ίχνη προγονικά, εικόνες συμβολικές, ρίζες της απρόσωπης φύσης. Η τέχνη
γεννιέται στην ψυχή του καταπατώντας τους φυσικούς και λογικούς νόμους,
παραβιάζοντας κάθε κανόνα, γκρεμίζοντας τα πλαίσια της συμβατικότητας και
υπερβαίνοντας τον ίδιο της τον εαυτό.
Τέχνη χωρίς ψυχή δεν
υπάρχει. Μόνον όταν η ψυχή, η απόλυτη αυτή δύναμη εκφράζεται ελεύθερα και όχι
με επιδράσεις ή αποβλέποντας σε δεξιοτεχνικό αποτέλεσμα, μπορεί να κάνει το
καλλιτεχνικό δημιούργημα πηγή χαράς, συγκίνησης κι ενδιαφέροντος και για τους
άλλους ανθρώπους. Κάθε παράγοντας εντυπωσιασμού και τεχνάσματος, στερεί την
τέχνη από τη δύναμη και την ενέργεια της.
Η τέχνη είναι άσκηση
μοναξιάς και σιωπής. Ο αληθινός καλλιτέχνης βυθίζεται πάντοτε στη μοναξιά, εκεί
συλλογίζεται, εκεί νιώθει. Εκεί κατανοεί τα πρόσωπα και τα πράγματα και
μεστώνει εντός του εκείνο που έχει να πει. Η σιωπή του σκίζει τον κόσμο σε
κομμάτια.
Όταν η τέχνη εκπληρώνεται
και ολοκληρώνεται, γίνεται γλώσσα πανανθρώπινη. Γίνεται ο μόνος τρόπος
πραγματικής επικοινωνίας ανάμεσα σε ανθρώπους διαφόρων εποχών και περιοχών του
κόσμου, αφού μας επιτρέπει να γνωρίσουμε τις επιδιώξεις, τις επιτεύξεις και τις
προσδοκίες τους. Η σημασία της μεγαλώνει ακόμη περισσότερο, όταν
συνειδητοποιήσουμε ότι είναι ένας ενωτικός κρίκος που έχει τη δύναμη και μπορεί
να χρησιμοποιηθεί για την επικοινωνία και την ενότητα της ανθρωπότητας.
Πάντοτε η τέχνη γοητεύει
τις συνειδήσεις, όχι για να τις υποτάξει αλλά για να τις παραδώσει στη χορευτική
της αιώρηση, να τις μυήσει στα μυστικά της ανθρώπινης ψυχής που όσο και αν
ταλαντεύεται μέσα στους αναγκασμούς, μένει διαρκώς το ευαίσθητο κι ατίθασο
ρεύμα της ύπαρξής μας.
Οι μορφές της, οι αληθινές
και ειλικρινείς, αυτές που αποτυπώνουν με γνησιότητα ό,τι υπάρχει έξω ή μέσα
στον άνθρωπο, επιβιώνουν για χιλιάδες χρόνια. Φθείρονται και χάνονται μόνον
όσες δεν απαντούν στα αιτήματα των καιρών τους κι αδιαφορούν για τις αλλαγές
που γίνονται στον τομέα της εξέλιξης.
Το μεγάλο κοινό, ο λαός,
μπορεί να επικοινωνήσει με την τέχνη. Το αντίθετο, ότι τάχα αδυνατεί γι´ αυτό,
είναι χυδαίος μύθος. Ακόμη και σε πολλές θεωρούμενες εξελιγμένες κοινωνίες,
πολύ περισσότερο στις μη ανεπτυγμένες, το πρόβλημα δεν είναι «να κεντήσουμε
τριαντάφυλλα σε πολύτιμο χαλί, αλλά να φέρουμε κάρβουνο για να ζεστάνουμε τους
παγωμένους». Θα πρέπει να συμφιλιωθούν οι άνθρωποι με την τέχνη, να μπει η
τέχνη στη ζωή τους. Αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, σε πρώτη φάση, μέσα από
την τέχνη, που για οποιονδήποτε λόγο οι πολλοί δεν καταλαβαίνουν, αλλά μέσα από
μια τέχνη που καταλαβαίνουν πιο εύκολα. Και πρώτα πρώτα μέσα από τους θησαυρούς
της υπάρχουσας μεγάλης τέχνης, όπως επίσης και της γνήσιας λαϊκής τέχνης. Η
εξοικείωση αυτή πρέπει, βέβαια, να γίνει χωρίς δογματισμούς, χωρίς
προκαταλήψεις, έτσι που οι άνθρωποι να μπορέσουν, σε μια δεύτερη φάση, να προσεγγίσουν
κριτικά και τις τεχνοτροπίες που προς το παρόν δεν τους συγκινούν, μπορούν όμως
στο μέλλον να τους συγκινήσουν.
Όπως στη φύση η
στασιμότητα σημαίνει θάνατο, έτσι και στον καλλιτέχνη η αδράνεια σημαίνει το
ίδιο. Η διαρκής ανησυχία, ο προβληματισμός για τη σύλληψη και την έκφραση των
ερωτημάτων κι οι απαντήσεις σε αυτά, αποτελούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις της
ζωής του.
Καλλιτέχνης και τέχνη
χωρίζονται κάποτε μοιραία. Ο καλλιτέχνης πεθαίνει και το έργο του αρχίζει το
ταξίδι του στο χρόνο. Αιώνες λήθης και παραμορφώσεων παρεμβάλλονται ανάμεσα
τους. Κάθε καινούργια εποχή προβάλλει επάνω στο έργο το δικό της δράμα, τη δική
της αγωνία, τη δική της αισθητική. Το έργο γίνεται παλίμψηστο, προσχωματικό,
παραμένοντας ωστόσο ανοικτό για μια ακόμη γραφή : τη δική μας.
Αν ποτέ διαπιστωθεί ότι
έχει εκλείψει η τέχνη, τότε θα πρέπει να καταγράψουμε και το τέλος της
ανθρωπότητας. Τίποτα, όμως, από τα δύο δε θα συμβεί. Νέες αξίες, νέες δυνάμεις,
βρίσκονται ήδη μεταξύ μας. Κι αν δεν είναι αυτές οι ίδιες, προετοιμάζονται,
σίγουρα, κάποιες άλλες. Εκείνες που θα κατανοήσουν και πάλι ότι η τέχνη είναι
δημιουργία που απαιτεί πνευματικότητα, συγκίνηση και βάθος.