Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

Μονόλογος Κορμεντζά Ιουλία

Μονόλογος

Απ’ όσους άκουσαν τα λόγια Του μαγεμένοι…. Απ’ όσους γιατρεύτηκαν, απ’ τις αρρώστιες τους καθηλωμένοι… κι απ’ τα δεσμά τους, απ’ όσους λυτρώθηκαν δαιμονισμένοι μ’ έναν λόγο, μια μόνη κίνηση του χεριού Κι απ’ όσους γύρω Του κοιτούσαν τεθλιμμένοι την ώρα του δικού Του Μαρτυρίου του φρικτού, κανείς δεν κινήθηκε, ούτε καν έβαλε σκέψη στο νου, να τον κατεβάσει απ’ το ικρίωμα του σταυρού. Οι άνθρωποι όμως Κύριε, άνθρωποι είναι. Κι ανάλογα τ’ ατελή μέτρα τους, τις πράξεις τους κρίνε. Μ’ απ’ τ’ ουρανού την κορυφή, όλα τα είδες κι Εσύ. Είδες, τον Γιό Σου με ψευδομαρτυρίες να κατηγορηθεί. Από «Γραμματείς και Φαρισαίους» να δικασθεί. Σε θάνατο σταυρικό σαν εγκληματίας-ληστής να καταδικασθεί. Είδες, το κορμί Του με κόκκινο χιτώνα ντυμένο. Στο κεφάλι του αγκάθι ματωμένο. Δίχως οίκτο να χλευάζεται απ’ του όχλου τη κατακραυγή. Είδες τον Γιό Σου τον Μονογενή σ’ επονείδιστο ξύλο σταυρωμένο…. αντί του «μάννα» ξύδι να πίνει και χολή. Από καρφιά και λόγχη να τρυπηθεί. Τον είδες εγκαταλελειμμένο στο σκότος της απόλυτης αναλγησίας παραδομένο κι άκουσες το παράπονό Του απελπισίας, κείνο το ανέλπιδο παράπονο αγωνίας: «Ιλί, Ιλί, λάμα σαβάχ θανί». Υποφερτός ο πόνος όταν κάποιος απ’ το χέρι μας κρατά Μα πόσο αβάσταχτος στην εγκατάλειψη και τη μοναξιά! Κι εγώ που σε πιστεύω για της Αγάπης και Δικαιοσύνης Θεό, κι Ουράνιο Πατέρα σ’ έχω μ’ ίσκιο προστατευτικό, με το βλέμμα σκαλωμένο πάνω σ’ Εκείνου τον σταυρό μ’ έντονης απορίας θλίψη στην ψυχή την αλήθεια επιζητώ. Και μη δυνάμενη τη δική Σου να κατανοήσω βουλή, «εξελθών, πορεύθηκα εις έτερον τόπον», το είναι μου ν’ αλαφρύνω απ’ το πόνο τον σουβλερό. Όμως δεν παύει καρφί να με τρυπάει το ανελέητο «Γιατί;» Κύριε, πώς και δεν ταράχθηκες στης δοκιμασίας Του την όλη διαδρομή και πώς τις τελευταίες στιγμές Του ολομόναχο τον άφησες; Πώς και σ’ όλη τη διαδικασία δεν κουνήθηκες; Το δάκτυλό Σου στη σκευωρία της δίκης δεν ανύψωσες; Ο Ρωμαίος δικαστής, του όχλου αρνούμενος την επιταγή είπε: «Αθώος του αίματος Αυτού ειμί». Κι Εσύ, πώς δεν έκανες τέλος πάντων κάτι τι, του φοβερού εγκλήματος η τέλεση ν’ αποτραπεί; Μη και δεν υπήρχε άλλος τρόπος πιο κατάλληλος να βρεθεί για τη σωτηρία ψυχής καθενός απ’ την αμαρτία, άλλος δρόμος για του κόσμου την αλλαγή, παρά μόνον ο ανήφορος στο Γολγοθά κι η θυσία κι εφόσον το αίμα ενός Αθώου χυθεί;

Δεν υπάρχουν σχόλια: